κάτουλος

κάτουλος
κάτουλος, ὁ (Α)
αυτός που έχει ουλή, ίχνος θεραπευμένης πληγής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)-* + -ουλος (< οὐλή), πρβλ. ύπ-ουλος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κάτουλος — cicatrized masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κάτουλος, Γάιος Βαλέριος — (Gaius Valerius Catullus, Βερόνα 84; – Σίρμιον 54; π.Χ.). Ρωμαίος ποιητής. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών που σχετιζόταν με τον Καίσαρα. Υπήρξε οπαδός των ιδεών του Βαλερίου Κάτωνα και αρχηγός της σχολής των νέων ποιητών, οι οποίοι είχαν… …   Dictionary of Greek

  • κάτουλον — κάτουλος cicatrized masc/fem acc sg κάτουλος cicatrized neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατούλου — κάτουλος cicatrized masc/fem/neut gen sg κατουλόομαι imperf ind act 3rd sg κατουλόομαι pres imperat act 2nd sg κατουλόομαι imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) κατουλόω cause to cicatrize pres imperat act 2nd sg κατουλόω cause to cicatrize… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατούλῳ — κάτουλος cicatrized masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίστιχο — Στροφή της κλασικής μετρικής που αποτελείται από δύο στίχους, έναν εξάμετρο και έναν πεντάμετρο, και χρησιμοποιείται στην ελεγεία και στο επίγραμμα. Το αρχαιότερο γνωστό δ. είναι το δ. της ελεγείας του Καλλίνου (περ. 670 π.Χ.), αλλά εικάζεται ότι …   Dictionary of Greek

  • Αιμίλιος Λέπιδος — Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Ύπατος το 187 π.Χ., ποντίφηκας το 180, ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα στην κατασκευή οδών και στην ίδρυση αποικιών. Το 183 έγινε μέλος της Τριανδρίας. 2. Α.Λ. Πορκίνας. Ύπατος το 137 π.Χ. Ο Κικέρων… …   Dictionary of Greek

  • Καρχηδόνα — Αρχαία πόλη της Αφρικής. Ιδρύθηκε από Φοίνικες αποίκους της Τύρου και της Κύπρου πιθανώς το 814 π.Χ., 18 χλμ. ΒΑ της σημερινής Τύνιδας. Η παράδοση αναφέρει ότι επικεφαλής τους ήταν η βασίλισσα της Τύρου Έλισα (η Διδώ του Βιργίλιου), που έφυγε από …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”